Βαρύ το κόστος της στέγασης, φτάνει σχεδόν στο 60% για όσους έχουν εισόδημα κάτω των 1.450 ευρώ

Βαρύ είναι το κόστος στέγασης στην Ελλάδα, με το 54% των νοικοκυριών να θεωρεί την αγορά κατοικίας ανέφικτη σήμερα, το 39% δύσκολα εφικτή, το 68% να πιστεύει ότι τα ενοίκια δεν είναι προσιτά με βάση τους σημερινούς μισθούς και το 60% να αναμένει περαιτέρω αύξηση των ενοικίων και των τιμών κατοικιών μέσα στην επόμενη πενταετία, σύμφωνα με την Alpha Bank.
Συγκεκριμένα, μελέτη της Alpha Bank για το ζήτημα της προσιτότητας στην στέγαση, δείχνει ότι το 42% των νοικοκυριών που έχουν στεγαστικό δάνειο δαπανά πάνω από το 30% του μηνιαίου εισοδήματός του για τη δόση του δανείου, ενώ το 52% των ενοικιαστών δηλώνει ότι πληρώνει πάνω από το 30% του εισοδήματός του για το ενοίκιό του. Η επιβάρυνση φτάνει σχεδόν στο 60% για όσους έχουν διαθέσιμο εισόδημα κάτω των 1.450 ευρώ.
Η ανάλυση της Alpha Bank δείχνει ότι οι τιμές των κατοικιών αυξάνονται με ταχύτερο ρυθμό από τα εισοδήματα, καθιστώντας την κατοικία όλο και λιγότερο προσιτή. Οι τιμές των κατοικιών αυξήθηκαν κατά 13,9% το 2023 και 8,7% το 2024, όταν το διαθέσιμο εισόδημα αυξήθηκε με ρυθμό 8,1% το 2023 και 5,6% το 2024.
Παράλληλα, υπάρχει πρόβλημα προσφοράς κατοικιών που αποδίδεται σε δομικά προβλήματα και εξελίξεις, όπως: α) η γήρανση του αποθέματος, με το 64% των κατοικιών να είναι άνω των 30 ετών και η ανακαίνιση να είναι συχνά οικονομικά ανέφικτη ή να καθυστερεί, β) το υψηλό κόστος κατασκευής, αφού η άνοδος των τιμών υλικών και ενέργειας (ιδίως το 2022) αύξησε το συνολικό κόστος ανέγερσης νέων κατοικιών, γ) η περιορισμένη κατασκευαστική δραστηριότητα (2010–2020), καθώς η κρίση μείωσε δραστικά τις νέες οικοδομές. Αν και οι οικοδομικές άδειες αυξάνονται από το 2016, η προσφορά δεν επαρκεί για να καλύψει τη ζήτηση, δ) οι βραχυχρόνιες μισθώσεις που αποσύρουν πολλές κατοικίες από τη μακροχρόνια ενοικίαση, ιδίως σε τουριστικές περιοχές όπως το Νότιο Αιγαίο και η Κρήτη, οδηγώντας σε αύξηση των ενοικίων.
Όπως αναφέρει η Alpha Bank, υπάρχουν περίπου 794.000 κενές κατοικίες στην Ελλάδα, κυρίως σε αστικά κέντρα, των οποίων η αξιοποίηση αποτελεί πιθανή λύση στο πρόβλημα προσφοράς ακινήτων.
Οι επενδύσεις σε ακίνητα έφτασαν τα 2,8 δισ. ευρώ το 2024, επηρεάζοντας κυρίως περιοχές υψηλής ζήτησης. Η οικονομία διαμοιρασμού (Airbnb) ενίσχυσε τη ζήτηση για κατοικίες προς επένδυση, περιορίζοντας τη διαθεσιμότητα προς μακροχρόνια μίσθωση. Επιπλέον, η τηλεργασία και η αλλαγή προτιμήσεων αύξησε τη ζήτηση για μεγαλύτερους χώρους και σπίτια εκτός κέντρου, ιδιαίτερα από νέους και οικογένειες.
Παρά τις δυσκολίες, το 74% των Ελλήνων θεωρεί την αγορά κατοικίας καλή επένδυση, ενώ μόνο το 25% προτιμά την ενοικίαση ως πιο ευέλικτη λύση. Η έρευνα πεδίου της QED για λογαριασμό της Alpha Bank δείχνει ότι το 12% των Ελλήνων σχεδιάζει αγορά κατοικίας τα επόμενα δύο χρόνια. Οι περισσότεροι ενδιαφέρονται για κύρια κατοικία και μόλις το 12% στοχεύει σε επενδυτικό ακίνητο. Ωστόσο, το 54% θεωρεί την αγορά μη εφικτή και το 70% δηλώνει ότι τα ενοίκια δεν είναι προσιτά σε σχέση με τους μισθούς.
Παρά τις δυσκολίες, ωστόσο, η ιδιοκατοίκηση παραμένει βασική επιθυμία για τους Έλληνες: το 74% τη βλέπει ως επένδυση ζωής. Ωστόσο, η μετάβαση στη δική τους κατοικία καθυστερεί – ο μέσος όρος αποχώρησης από τη γονική στέγη είναι τα 35 έτη.