«Στοίχημα» η μείωση της σπατάλης νερού, όχι της κατανάλωσης

Με τη λειψυδρία να αποτελεί για δεύτερη χρονιά ένα φαινόμενο που χρήζει αντιμετώπισης, η σπατάλη νερού και όχι η απλή κατανάλωση αποτελεί το μεγάλο «στοίχημα» για την διαχείριση της κρίσης.
«Από ένα μέτρο μείωσης της σπατάλης νερούμπορεί να εξοικονομηθεί μεγάλη ποσότητα νερού, η οποία δεν θα «αφαιρεθεί» από τους ταμιευτήρες και θα μας περιμένει την επόμενη χρονιά» σημειώνει χαρακτηριστικά ο διδάκτορας Υδρογεωλογίας στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, Παναγιώτης Σαμπατακάκης.
Προς το παρόν, όπως εξήγησε ο ίδιος μιλώντας στο ΑΠΕ – ΜΠΕ, η Αθήνα «δεν αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα το τρέχον καλοκαίρι».
Διευκρινίζει, όμως, ότι «και στους τρεις μεγάλους ταμιευτήρες τα υδροαποθέματα βαίνουν μειούμενα τα τελευταία δύο χρόνια και δεν αναπληρώνεται η κατανάλωση από τις βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις που τροφοδοτούν τις λεκάνες Μόρνου, Εύηνου και Υλίκης».
Η μείωση των χιονοπτώσεων κύρια αιτία
Όπως εξήγησε ο κ. Σαμπατακάκης «η βασική αιτία συνδέεται κύρια με τη μείωση κύρια των χιονοπτώσεων, όχι μόνο στις εν λόγω περιοχές, αλλά και καθολικά σε όλη την ελληνική επικράτεια. Η δραστική μείωση του αριθμού των χιονοσκεπών ημερών αλλά και του συνολικού ετήσιου πάχους των χιονοπτώσεων στην ηπειρωτική Ελλάδα, αποτελεί το βασικότερο παράγοντα μείωσης της τροφοδοσίας πρωτίστως των υπόγειων νερών αλλά και των επιφανειακών».
«Επίσης, η αύξηση της ραγδαιότητας των βροχοπτώσεων επιδρά άκρως αρνητικά στην τροφοδοσία των υπόγειων νερών. Αντιθέτως, προκαλεί πλημμυρικά φαινόμενα και διαβρώσεις στα εδάφη» πρόσθεσε ο ίδιος.
Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τον επιστήμονα «θα πρέπει να περιοριστεί η σπατάλη και όχι η κανονική κατανάλωση που αφορά τις βιοτικές ανάγκες μας».
Η σπατάλη είναι μεγάλη και δυστυχώς σε αρκετές περιπτώσεις ακοστολόγητη και λαθραία. Από ένα τέτοιο μέτρο μπορεί να εξοικονομηθεί μεγάλη ποσότητα νερού, η οποία δεν θα “αφαιρεθεί” από τους ταμιευτήρες και θα μας “περιμένει” την επόμενη χρονιά.
Οι βροχοπτώσεις δεν πρόκειται να σταματήσουν ξαφνικά και εντελώς στην χώρα μας, όπως και στα υπόλοιπα μέρη του πλανήτη. Επομένως, μάς δίνεται χρόνος να γίνει ένας καλός σχεδιασμός νέων εύστοχων έργων, αξιοποιώντας και τις νέες τεχνολογίες» ανέλυσε.
Οι περιοχές που θα αντιμετωπίσουν πρόβλημα το καλοκαίρι
Την ίδια ώρα, αναφερόμενος στις περιοχές που και φέτος θα παρουσιάσουν προβλήματα έλλειψης νερού σημείωσε πως πρόκειται για τα μέρη με μεγάλη κατανάλωση νερού για την άρδευση που σε κάθε ξηρασία επανέρχεται το πρόβλημα.
«Σε αυτή την περίπτωση η εξοικονόμηση νερού μέσω της βελτίωσης των αρδευτικών συστημάτων είναι μονόδρομος αλλά και ζητούμενο εδώ και χρόνια δυστυχώς. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχουν γίνει βελτιώσεις.
Υπάρχουν πολλοί αγρότες που έχουν ενσωματώσει στην άρδευση άριστες νέες τεχνολογίες επιτυγχάνοντας για τους ίδιους μικρότερο κόστος ενέργειας αλλά και συμβάλλοντας στη γενικότερη προσπάθεια εξοικονόμησης νερού» ανέφερε.
Πόσο έτοιμη είναι η Ελλάδα
Απαντώντας στο ερώτημα πόσο έτοιμη είναι η Ελλάδα να αντιμετωπίσει τα φαινόμενα λειψυδρίας, ο καθηγητής ξεκαθάρισε πως «η χώρα μας δεν βρίσκεται όπως ήταν πριν 30-40 χρόνια από πλευράς υποδομών αλλά γνώσης ως προς τη διαχείριση ανάλογων κρίσεων».
«Δεν βρίσκεται όμως και στο απαιτούμενο επίπεδο. Έχει ακόμα δρόμο να διανύσει. Πάνω απ’ όλα όμως απαιτείται να ουσιαστικοποιηθεί η Οδηγία 2000/60 ως προς το βασικό ζητούμενο που θέτει για όλα τα κράτη-μέλη φυσικά και που είναι η ορθολογική διαχείριση και προστασία των υδατικών πόρων τόσο στο ποιοτικό σκέλος όσο και στο ποσοτικό, δηλ. της μη εξάντλησής τους» διευκρίνισε.
«Επιβάλλεται να μην μείνουμε σε μια τυπική διαχείριση αλλά κατευθυνθούμε σε μια ουσιαστική. Από μόνη της αυτή η Οδηγία και κάθε Οδηγία δεν λύνει το πρόβλημα της ορθολογικής χρήσης. Χρειαζόμαστε εξειδικευμένη και μεγαλύτερη στελέχωση των φορέων που εμπλέκονται τόσο με την έρευνα των υδατικών πόρων όσο και με την αδειοδότηση των αδειών χρήσης νερού» πρόσθεσε.
Η αφαλάτωση θα έπρεπε να είναι η απάντηση στην έλλειψη νερού την περίοδο αιχμής
Παράλληλα, επεσήμανε πως «η αφαλάτωση είναι μία τεχνολογία επεξεργασίας νερού που διαρκώς εδώ και δεκαετίες βελτιώνεται και εφαρμόζεται όλο και περισσότερο. Βασικό εμπόδιο στην χρήση της είναι το ενεργειακό κόστος που και αυτό με τη χρήση των ΑΠΕ αρχίζει και κάμπτεται».
«Ένα δεύτερο εμπόδιο είναι η διαχείριση του αλμόλοιπου. Όμως και εδώ η επιστήμη δίνει λύσεις φτάνει να τις αναζητούμε, αλλά και να αποφεύγουμε κάποιες υπερβολικές περιβαλλοντικές αγκυλώσεις που δεν έχουν βάση» πρόσθεσε.
«Το ερώτημα εάν το νερό που παράγεται είναι για αστική χρήση, η απάντηση είναι καταφατική εφόσον φυσικά τηρούνται οι κανόνες της διύλισης. Το εάν είναι πόσιμο θα μπορούσε να είναι το δεύτερο ερώτημα. Η απάντηση είναι ναι, εφόσον τύχει της κατάλληλης επεξεργασίας και προσωρινής «αποθήκευσης» σε φυσικό γεωλογικό υλικό.
Σε αρκετές εξέχουσες τουριστικές περιοχές της χώρας μας, τουλάχιστον για αστική χρήση, θα έπρεπε εδώ και χρόνια να είναι η απάντηση στην έλλειψη νερού για την περίοδο αιχμής» κατέληξε.



