
Ως δανδής, αλλά και ως επαναστατημένος νέος.
Ένας άνθρωπος… γαλανός. Μπορεί το πραγματικό όνομα του ηθοποιού Νίκου Γαλανού να ήταν Νίκος Σουπιωνάς, εντούτοις η αύρα του αποδείχθηκε ταυτόσημη με το ανοιχτό γαλάζιο του ουρανού. Ένας ζεν πρεμιέ που έμεινε ως τέτοιος ως το τέλος. Ένα τέλος πικρό, έτσι όπως ήρθε, καθώς μπορεί οι συνάδελφοί του να γνώριζαν τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε, ωστόσο δεν τους είχε δημοσιοποιήσει ποτέ το μέγεθος του προβλήματος. Πέθανε πριν από λίγες ημέρες σε ηλικία 80 ετών, τη στιγμή που ήταν ακόμη ενεργός στο επάγγελμα και εξωτερικά ακμαίος. Μάλλον, αυτός ο «γαλανός» άνθρωπος δεν θα μπορούσε να φύγει αλλιώς.
Μπορεί να μην είχε την επιδραστικότητα του Κούρκουλου ή τη φρενίτιδα που σκορπούσε στα κοριτσόπουλα ο Μπάρκουλης. Μπορεί να μην ήταν σκληροτράχηλος όπως ο Φούντας ή αγριωπός όπως ο Καζάκος, αλλά η δική του ομορφιά (εκείνα τα χρόνια του παλιού ελληνικού σινεμά) ήταν άλλου τύπου: ήταν πιο σοφιστικέ, πιο ευγενική. Έχεις την αίσθηση πως οι γυναίκες έβλεπαν στο πρόσωπό του ένα νεαρό παιδί που γινόταν άντρας ή έναν άντρα που κουβαλούσε πάντα την άγουρη χάρη ενός εφήβου.
Με μακρύ μαλλί, καμπάνα παντελόνια και πουκάμισα με γιακάδες «προπέλες» όπως πρόσταζε η μόδα των 70’s έγινε ο ποδοσφαιριστής Χούλιο Μπάλμας. Με μαύρο ζιβάγκο και δερμάτινο μπουφάν στο «Ορατότης μηδέν». Ο Νίκος Γαλανός κατάφερε να παίξει κωμωδία και δράμα (κυρίως αυτό) με χαρακτηριστική άνεση. Δείγμα του πόσο προσαρμοστικός ήταν στην τέχνη του. Στο μόνο που δεν συμβάδισε ποτέ ήταν η ηλικία που έγραψε η ταυτότητά του και η εξωτερική του εμφάνιση.

Παίζοντας τον Χούλιο Μπάλμας.
Ο χρόνος του συμπεριφέρθηκε πολύ καλά. Ο Νίκος Γαλανός ήταν από τους άντρες που μεγάλωνε ωραία. Κάθε δεκαετία πουπερνούσε αντί να τον βαραίνει, του έδινε περισσότερη γοητεία. Ειδικά όταν αποφάσισε να κόψει το μουστάκι που για χρόνια ήταν σήμα κατατεθέν του, άρχιζε να θυμίζει ξανά τον νεανία που έκανε τα πρώτα του βήματα στον κινηματογράφο. Κι όμως, όχι μόνο δεν… νέαζε, αλλά κουβαλούσε μια σοφία και μια ηρεμία τόσο ταυτισμένες με τον χαρακτήρα του.
Με το ψάθινο καπέλο του, τα ριχτά ρούχα του (σε άσπρο ή μαύρο), τα αθλητικά του παπούτσια, τα προσεγμένα πουκάμισά του, το ζεστό βλέμμα του, όλα αποτελούσαν μέρος της προσωπικότητάς του. Ένας ηθοποιός που δεν μπήκε σε ίντριγκες, που ελάχιστες φορές απασχόλησε τις gossip εκπομπές (δεν το είχε ανάγκη άλλωστε) και ακόμη λιγ΄τερες μπλέχτηκε στους γνωστούς καυγάδες μεταξύ επωνύμων. Ήταν πάντα πράος, αποστασιοποιημένος, σχεδόν στωικός.
Γεννήθηκε στις 20 Δεκεμβρίου 1945. Ξεκίνησε την καριέρα του τη δεκαετία του 1960 κι έγινε γνωστός στις αρχές της δεκαετίας του 1970 με πρωταγωνιστικούς ρόλους σε ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου.
Εκανε το κινηματογραφικό του ντεμπούτο το 1962 ερμηνεύοντας ένα μικρό ρόλο στην ταινία “Οργή”. Σπούδασε υποκριτική στη Δραματική Σχολή του Κωστή Μιχαηλίδη, ενώ έκανε το θεατρικό του ντεμπούτο παίζοντας μαζί με την Τζένη Καρέζη στα τέλη της δεκαετίας του 1960. Στις αρχές της δεκαετίας του 1970 πρωταγωνίστησε μαζί με την Αλίκη Βουγιουκλάκη στην ταινία “Ένα αστείο κορίτσι”, ενώ ακολούθησαν κι άλλοι σημαντικοί ρόλοι σε ταινίες, όπως “Ορατότης μηδέν” (1970), “Ο Αστραπόγιαννος” (1970), “Η Αλίκη Δικτάτωρ” (1972) και “Η αμαρτία της ομορφιάς” το 1972 που σημείωσε μεγάλη επιτυχία. Το 1974 έκανε το τηλεοπτικό του ντεμπούτο μέσω της σειράς “Οι Δίκαιοι”, ενώ ακολούθησαν πρωταγωνιστικοί ρόλοι και σε άλλες σειρές. Τα τελευταία χρόνια εμφανιζόταν στη σειρά “Η Γη Της Ελιάς”.

Το βλέμμα του παρέμεινε το ίδιο.
“Το όνομά μου δεν ξέρω αν το διαχειρίστηκα σωστά. Μπορεί ναι, μπορεί και όχι”, είχε πει ο Νίκος Γαλανός σε μία από τις συνεντεύξεις του. “Έχω απομυθοποιήσει πολλά πράγματα και δεν απασχολούν το μυαλό μου…υπάρχουν όμως και πράγματα πολύ δυνατά, όπως ο θάνατος. Ο θάνατος είναι μία κατάσταση πολύ δυνατή που μας σοκάρει…”, είχε δηλώσει ο ίδιος στο παρελθόν.
“Τον πρώτο μου γάμο τον έκανα όταν ήμουν 18 χρόνων, ανήκω σε μια γενιά που ο γάμος ήταν θεσμός. Εμείς το θέλαμε, ήμασταν 1,5 χρόνο μαζί και μετά από πέντε μήνες γάμου χωρίσαμε”, έχει πει ο ηθοποιός σε συνέντευξή του. “Ο γάμος δεν μου πάει καθόλου. Δεν μου έχει λείψει να έχω ένα παιδί. Δεν έπιασα ποτέ τον εαυτό μου να σκέφτεται “να είχα οικογένεια και να μεγαλώνω παιδιά”. Πάντα μου άρεσε να ήμουν ελεύθερος κι έτσι να λειτουργώ, όπως μου έρχεται, χωρίς υποχρεώσεις”.
“Δεν ξέρω αν ήθελα παιδιά. Η καθημερινότητα μου πάντα ήταν απλή, δεν την παίρνω τόσο στα σοβαρά. Την δουλειά μου, όμως, την αντιμετωπίζω σοβαρά, όπως και για ένα φιλικό μου πρόσωπο ΄ή για μια σχέση μου. Αλλά την καθημερινότητα και τα ‘πρέπει’ της καθημερινότητας, τα κλισέ της κοινωνίας δεν τα θέλω”. “Υπάρχει κόσμος που ταυτίζεται με τους ήρωες των σειρών. Στην περίπτωση τη δική μου επειδή τα ‘έβαζα’ με αγαπημένους ήρωες της σειράς, μετά έβριζαν εμένα”. Για να συμπληρώσει: “Η προσωπική ζωή του ηθοποιού και του κάθε καλλιτέχνη δεν πρέπει να αφορά τον θεατή”.
Μία από τις πιο ενδιαφέρουσες – και λιγότερο γνωστές – πτυχές της προσωπικής ζωής του Νίκου Γαλανού είναι ο αρραβώνας του με την Κάτια Δανδουλάκη. “Αν δεν μίλαγε η Κάτια, εγώ δεν θα το έλεγα ποτέ ότι ήμασταν αρραβωνιασμένοι, όπως και δεν το είχα πει ποτέ. Ήμασταν αρραβωνιασμένοι με δαχτυλίδι και πηγαίναμε για γάμο. Με δαχτυλίδι, επίσημα. Ήμασταν μαζί δύο, δυόμιση χρόνια. Εκείνη την εποχή, τα αντίστοιχα των σημερινών social media ήταν τα περιοδικά και τα εξώφυλλα. Μιλάμε για χαμό με τις συνεντεύξεις. Εμένα, όμως, δεν μου άρεσε να μιλάω. Δεν μου άρεσε ποτέ να αναφέρομαι στα προσωπικά μου, αλλά ούτε και στα προσωπικά των άλλων. Όπως επίσης δεν δεχόμουν όταν μου έλεγαν κάτι για κάποιον ή κάτι για εμένα”, είχε δηλώσει ο ηθοποιός.

Με την Μπέτυ Λιβανού και την Αλίκη Βουγιουκλάκη.
Ο ηθοποιός ζούσε τα τελευταία χρόνια με την επιχειρηματία Έλενα Σαγανά που ήταν τρεις δεκαετίες νεότερη του. Ο ίδιος είχε πει σε συνέντευξή του: «Ο έρωτας είναι κινητήριος δύναμη στα πάντα. Είναι η αρχή και το φινάλε…Χωρίς έρωτα δεν μπορεί κανείς να ζήσει. Όταν κάποιος είναι ερωτευμένος είναι διαφορετικός, φωτεινός, όμορφος, ζει, μιλάει με τους ανθρώπους. Ένας άνθρωπος χωρίς έρωτα είναι κατσούφης, περίεργος, δύσκολος. Με τον έρωτα λάμπεις…»
Μια από τις πλέον δύσκολες περιόδους της ζωής του ήταν μπλέχτηκε με τον τζόγο, κάτι που έχει αποκαλύψει ο ίδιος: “Ήταν μια πενταετία που ξεκινήσαμε να παίζουμε φιλαράκια και στο τέλος έγινε ένα σπίτι όπου είχε πέντε τραπέζια και χαρτοπαίζαμε κάθε Σάββατο βράδυ. Δυο φορές, όταν ήμουν με την Αλίκη στο θέατρο, έτυχε να πάω απευθείας. Είχα τελειώσει δύο παραστάσεις το Σάββατο, από το βράδυ χαρτί και έφευγα στις 5 και πήγαινα στο θέατρο κατευθείαν για να βγάλω άλλες δύο παραστάσεις. Πολύ επικίνδυνο!”.
“Κάποια στιγμή συνειδητοποίησα ότι είμαι ηλίθιος που έπαιζα χαρτί διότι χρωστούσα λεφτά που είχα χάσει κι έπρεπε να πουλήσω το αυτοκίνητό μου για να ξεχρεώσω. Κι επίσης μια φορά, στην απογευματινή παράσταση, με πήρε ο ύπνος ενώ ήμουν όρθιος και παραλίγο να πέσω. Και είπα… σοβαρέψου, δεν μπορείς να συνεχίσεις έτσι. Και το έκοψα”.
Το επίσης ενδιαφέρον με τον Νίκο Γαλανό ήταν η σχέση του με τη θρησκευτικότητα και με τη γαλήνη του νου, την οποία τη βρήκε στον βουδισμό. Είχε πει συγκεκριμένα: «”Προσπάθησα να εμβαθύνω και σε θρησκευτική ιδεολογία. Γύρω στο ’70, είχε έρθει εδώ ο Δαλάι Λάμα, ιδιωτικά. Ήμασταν μια ομάδα γύρω στα 15-18 άτομα και είχαμε φέρει τον Δαλάι Λάμα. Με έχει βαφτίσει ο Δαλάι Λάμα. Η περίοδος τότε των αναζητήσεων μέσα από τον Βουδισμό, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν ήμουν Χριστιανός Ορθόδοξος ή ότι δεν είμαι. Ήμουν και είμαι. Ο Βουδισμός είχε κάποια άλλα στοιχεία, δεν είναι τόσο ακραία θρησκευτικά, είναι λίγο πιο ανθρωποκεντρική η ιδεολογία και όχι τόσο αυτό που έχουμε εμείς στην Ορθοδοξία. Μετά προχώρησα και σε άλλες αναζητήσεις”, έχει πει ο ηθοποιός σε συνεντεύξεις του.

Μια ήρεμη φιγούρα, ένας πολύ καλός ηθοποιός.
“Εκτός από το θέατρο και τον κινηματογράφο, μου άρεσαν αναζητήσεις πιο πνευματικές. Πιστεύω ότι δεν είμαστε μόνο σάρκα. Είμαστε και κάτι άλλο. Πέρασα από πάρα πολλά. Ίσως αυτό με βοήθησε να συνειδητοποιήσω τα του εαυτού μου και να κρατάω ισορροπίες. 55 χρόνια που είμαι στον χώρο με κρατάνε υγιή στην καρδιά και στο μυαλό. Όταν είναι να γίνει κάτι θα γίνει όχι απαραίτητα όταν το θέλεις εσύ”.
Για να καταλήξει στο δικό του credo: “Στη ζωή μου δεν τα έδινα όλα. Ήταν μια συντήρηση εσωτερική, απότοκη ίσως των παιδικών χρόνων, που δεν με άφηνε να το εκδηλώσω. Για αυτή, έχω μετανιώσει. Όταν ζεις με ανθρώπους είναι ό,τι πιο όμορφο υπάρχει στη φύση μας να μπορείς να πεις ‘ναι, σ’ αγαπώ’. Και γιατί εσύ γεμίζεις και το εκδηλώνεις αλλά και γιατί ο άλλος περνάει μέσα του και να γεμίζει εκείνη τη στιγμή. Είναι ό,τι καλύτερο έχουμε οι άνθρωποι. Δεν με ενδιαφέρει να γίνω σταρ! Ο κόσμος βέβαια σου δίνει την μορφή που θέλει. Κι αν ακόμα μπορείς, δεν καταφέρνεις πάντα να αποδείξεις ότι είσαι απλώς ηθοποιός”. Εκείνος το απέδειξε και με το παραπάνω έως την τελευταία του στιγμή.
Διαβάστε ακόμα: Η επαναστατική κομψότητα του Μιχάλη Ράπτη.